Το νησί του Αχιλλέα
Το 1823, ο πλωτάρχης N. D Kritsikii, έκανε τις πρώτες έρευνες στο ακατοίκητο νησάκι Zmeinyi του Ευξείνου Πόντου. Είδε ένα αρχαίο κτίσμα, ακριβώς στο μέσο του νησιού, το οποίο και σχεδίασε. Κατέγραψε ακόμα και μερικά ευρήματα που προέκυψαν από μία πρόχειρη ανασκαφή. Γνώριζε καλά πως το νησάκι Zmeinyi (Φιδονήσι), ήταν η αρχαία Λεύκη ή Αχίλλεια, ο τόπος που οι αρχαίοι συγγραφείς ανέφεραν ως κέντρο λατρείας του Αχιλλέα. Όπως σε όλη την περιοχή της Ποντικής Ολβίας, ο Αχιλλέας λατρευόταν στο νησί από τους Μιλήσιους αποίκους ως Ποντοκράτορας και Σωτήρας.
Από την κλασική περίοδο δεν έχουμε σχετικές αναφορές, εκτός από έναν στίχο στην «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη, όπου η Θέτις λέει στον σύζυγό της Πηλέα πως μπορεί να δει τον γιο του στον οίκο του στο Λευκό Νησί του Ευξείνου Πόντου. Δύο αιώνες αργότερα, την ύπαρξη του ναού επιβεβαιώνει ο γλύπτης Αντίγονος από την Κάρυστο.
Αργότερα, ο Παυσανίας αποκαλύπτει πως, τουλάχιστον στην εποχή του, ο ναός αυτός είχε τη φήμη θεραπευτηρίου. Η Πυθία των Δελφών, μας λέει, έστειλε εκεί τον Λεωνίδα, έναν στρατηγό από τον Κρότωνα της Σικελίας, για να θεραπευτεί.
Ο ναός του Αχιλλέα
Περισσότερες πληροφορίες για το νησί όμως, μας δίνει ο βιογράφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Αρριανός, στο έργο του «Περίπλους Ευξείνου Πόντου». Το 130 Κ.Χ που γράφει το έργο αυτό, το νησί ονομαζόταν ακόμα «Αχιλλέως Νήσος», «Αχιλλέως Δρόμος» και «Λευκή». Περιγράφει τον ναό που βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο, στο κέντρο του νησιού. Υπήρχε ακόμα ένα παλιό ξόανο του ήρωα-θεού. Το νησί ήταν ακατοίκητο, και μόνο προσωρινά το επισκέπτονταν όσοι ήθελαν να αποδώσουν τιμές στον ήρωα. Οι πολλές κατσίκες που υπήρχαν στο νησί ήταν προσφορές των προσκυνητών, αλλά υπήρχαν πολλά ακόμα αναθήματα, αγγεία και λίθοι από τους πιο πολύτιμους. Είδε και επιγράμματα στην ελληνική ρωμαϊκή γλώσσα, που ήταν όλα έπαινοι του Αχιλλέα και του Πατρόκλου, ο οποίος λατρευόταν εκεί επίσης. Τον ναό τον προστάτευαν και τον φρόντιζαν τα απειράριθμα πουλιά που ζούσαν στο νησί. Βουτάνε στη θάλασσα και ύστερα πετούν πάνω από τον ναό καταβρέχοντάς τον και σκουπίζοντας το έδαφος με τα φτερά τους.
Ο ναός αυτός λειτουργούσε και ως μαντείο. Όσοι πήγαιναν εκεί για να πάρουν χρησμό και να προσφέρουν λατρεία στον Αχιλλέα, έφερναν και ένα ζώο μαζί με όποια άλλη προσφορά ήθελαν. Ανάλογα με την περίπτωσή τους, οι ιερείς τους συμβούλευαν ή να θυσιάσουν το ζώο ή να το αφήσουν ελεύθερο στο νησί. Εκείνοι πάλι που έφταναν στο νησί αναγκαστικά, ναυτικοί και ταξιδιώτες που έπεφταν σε κακοκαιρία, διάλεγαν για θυσία ένα από τα ζώα του νησιού, πληρώνοντας το ανάλογο αντίτιμο. Το παρουσίαζαν στο μαντείο και αν το ζώο δεν προσπαθούσε να διαφύγει, η τιμή που είχε προσφερθεί γινόταν αποδεκτή. Αν όχι, η τιμή αυξανόταν μέχρι το προς θυσία ζώο να μείνει ατάραχο. Με τον τρόπο αυτό είχε συγκεντρωθεί στον ναό αξιόλογη περιουσία.
Ο Αρριανός ανέφερε και τις μαρτυρίες που συγκέντρωσε σχετικά με την εμφάνιση του Αχιλλέα σε πολλούς προσκυνητές, αλλά και ναυτικούς που έπλεαν κοντά στο νησί. Ορισμένοι τον έβλεπαν σε όνειρο να τους καθοδηγεί πώς να συνεχίσουν με ασφάλεια τον δρόμο τους ή πού ήταν πιο ασφαλές να αγκυροβολήσουν, ανάλογα με τις συνθήκες κάθε μέρας. Υπήρχαν όμως και πολλοί που ισχυρίστηκαν πως τον είδαν στο ξύπνιο τους επάνω στον ιστό του καραβιού, όπως ακριβώς εμφανίζονταν στους ναυτικούς και οι Διόσκουροι. Μόνο που οι Διόσκουροι εμφανίζονται οπουδήποτε στη θάλασσα σε όποιον χρειάζεται προστασία, ενώ ο Αχιλλέας μόνο σε όσους περιπλέουν ή προσεγγίζουν το νησί του.
«Εσύ και νεκρός που είσαι, δεν έχασες το καλό σου όνομα, αλλά ένδοξη η φήμη σου θα παραμείνει για πάντα στους ανθρώπους»
0 Comments